Πότε ξεκίνησαν οι γύρες πότε
βγήκες
του εξήντα τρία καρουζέλ σε
μια πλατεία
τόση χαρά σε μιας δραχμής
την επαιτεία
απ΄ της μαμάς το πορτοφόλι
με τις πίκες
έτυχε να 'ναι παρακεί ο φωτογράφος
για να παγώσει μια στροφή
από τις τόσες
κοροϊδεύουν παιδικά βγαλμένες
γλώσσες
την παρακμή πριν έλθει, γήρας
και ο τάφος
εκει για χρόνια μ΄ ένα
φράγκο με γυρνά
το καρουζέλ και η τέχνη
ενός θαλάμου
που σκοτεινός έκαμε να βρω
τον μπελά μου
πως τόσες γύρες και δεν πήγες
πουθενά !