Μετά τα φώτα και τη φάτνη πριν χαλάσουν
νύχτα με τ άστρο που την όριζε σβηστό
τον πλαστικό κάμαν στην άκρη το χριστό
κάτι παρίες μελαψοί να απαγκιάσουν
Την άλλη ο τύπος που αυτά τα κυνηγούσε
πιασαν να λέει , πρωτοσέλιδα γραμμένο
τον Ιωσήφ χωρίς χαρτιά κυνηγημένο
κι έναν που έκλεγε χριστό γιατί ενοχλούσε
η φάτνη
και βολεμένος το δοκούν γιατί είχε γνώση
σαν ανεξίτηλο μελανί έχει στεγνώσει
σφραγίδα ανάποδη πιστεύω του και πράξη
ίδια το σκύλο που δαγκώνει την ουρά του
μια σβούρα μάλλινη ντυμένη με παλτό
μη προβοκάτορα με πάρει και βαλτό
άφηνα τούτο το κουβάρι στη χαρά του
στα αναπάντητα γιατί που σιωπούσα
έβρισκα δίχως του τη λύτρωση της λύσης
σα καραμέλα που της άξιζε να φτύσεις
μα την αγόρασες χρυσόδετη με λούσα
τα έδωσα όλα και σιωπώ με συγκατάβαση
στο καπιτάλες τοκογλύφοι και τις βδέλλες
στο ριζοσπάστη καθώς τύλιγε σαρδέλες
και λεωφόρο μου ιστορεί σα Κύρου ανάβαση .
Σα Κύρου ανάβαση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου