Έκαμε
ο ένας να σταθεί, εκείνη πως θα φύγει
το
συναπάντημα άξαφνο από το πουθενά
πριν
τους ζυγίσει ο καιρός και πριν βρεθούνε λίγοι
τ ' όνειρο είχαν μισακό τα μυστικά κοινά
κι
έτσι καθώς γειτόνευαν της νιότης τους οι τάφοι
έκατσαν
και τα είπανε, καφές με παξιμάδι,
στη
μοίρα ρίξαν φταίξιμο τι γράφει τι δε γράφει
πως
χώρια κάνανε ζωή χώρια και το ρημάδι
και
ψάχνοντας με μαντεψές μέσα από χαραμάδες
π
αφήναν τα μισόλογα κι ο τόνος της φωνής
έκαμαν
στον που χάθηκε σε πέτρες συμπληγάδες
μνημόσυνο
του έρωτα χωρίς να κλαίει κανείς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου